Η περιοδοντίτιδα είναι μια χρόνια νόσος που προσβάλλει τα ούλα αλλά και το οστό των γνάθων. Συχνά φλεγμονές που δημιουργούνται στα ούλα λόγω της πλημμελούς αφαίρεσης της μικροβιακής πλάκας κατά το βούρτσισμα αφήνονται αθεράπευτες με αποτέλεσμα μια τυπική ουλίτιδα να εξελίσσεται σε χρόνια περιοδοντίτιδα. Στην περιοδοντίτιδα τα ούλα είναι συχνά διογκωμένα, πιο ερυθρά, φλεγμαίνουν και πολλές φορές υποχωρούν αποκαλύπτοντας μέρος της ρίζας.
Αιτία της χρόνιας περιοδοντίτιδας είναι η ύπαρξη μικροβιακής πλάκας στα δόντια που δεν αφαιρείται σωστά λόγω αμέλειας στο βούρτσισμα. Όμως εκτός της μικροβιακής πλάκας, υπάρχουν και κάποιοι επιβαρυντικοί παράγοντες για τη χρόνια περιοδοντίτιδα. Ένας από τους πιο σημαντικούς επιβαρυντικούς παράγοντες είναι αποδεδειγμένα το κάπνισμα. Πληθώρα επιστημονικών δεδομένων έχει αναδείξει τον επιβαρυντικό ρόλο που παίζει το κάπνισμα στις νόσους του περιοδοντίου ενώ χειροτερεύει σε μεγάλο βαθμό την επούλωση των ιστών μετά την περιοδοντική θεραπεία. Το κάπνισμα δρα επηρεάζοντας την κυκλοφορία του αίματος στα ούλα μειώνοντας την άμυνα του οργανισμού στις περιοχές αυτές. Ενδεικτικά, αξίζει να σημειωθεί ότι οι γυναίκες καπνίστριες ηλικίας μεταξύ 20 και 39 ετών έχουν περίπου διπλάσιες πιθανότητες να εμφανίσουν περιοδοντίτιδα ή να χάσουν δόντια σε σχέση με γυναίκες μη καπνίστριες. Συνολικά, η διακοπή του καπνίσματος θεωρείται ίσως ο πιο σημαντικός παράγοντας που μπορεί να επιδράσει θετικά στην αντιμετώπιση της περιοδοντικής νόσου. Η πιθανότητα εμφάνισης περιοδοντίτιδας είναι 4,9% για μη καπνιστές, 10,5% για παλιούς καπνιστές (που δεν καπνίζουν πλέον), και 15,6% για καπνιστές (που εξακολουθούν να καπνίζουν). Το κάπνισμα όχι μόνο αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης περιοδοντίτιδας αλλά επιβαρύνει και την εξέλιξη της νόσου καθώς έχει αρνητική επίδραση στην αμυντική ικανότητα και στην επούλωση των ιστών κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Η βαρύτητα του καπνίσματος επίσης παίζει σημαντικό ρόλο καθώς οι βαρείς καπνιστές διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να χάσουν τα δόντια τους λόγω περιοδοντίτιδας σε σχέση με τους μη καπνιστές και τους ελαφρείς καπνιστές (στις διάφορες μελέτες, το όριο μεταξύ βαρύ και ελαφρύ καπνιστή τοποθετείται στα 10 τσιγάρα ημερησίως). Οι επιστήμονες πλέον συμφωνούν πως οι καπνιστές χρειάζονται περισσότερη περιοδοντολογική θεραπεία και πιο συχνές επανεξετάσεις από τους μη καπνιστές. Τα αποτελέσματα της θεραπείας επηρεάζονται και είναι, κατά κανόνα, λιγότερο ευνοϊκά εάν δεν πεισθεί ο ασθενής να διακόψει το κάπνισμα.
Θα πρέπει επιτέλους να γίνει απολύτως κατανοητό πως η διακοπή του καπνίσματος είναι το καλύτερο δώρο που μπορούμε να κάνουμε στον εαυτό μας.